首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
οικοδόμος
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
名词
1.1.1
变格
1.1.2
近义词
1.1.3
相关词汇
希腊语
编辑
名词
编辑
οικοδόμος
(
oikodómos
)
m
(复数
οικοδόμοι
)
建筑工人
变格
编辑
οικοδόμος的变格
单数
复数
主格
οικοδόμος
•
οικοδόμοι
•
属格
οικοδόμου
•
οικοδόμων
•
宾格
οικοδόμο
•
οικοδόμους
•
呼格
οικοδόμε
•
οικοδόμοι
•
近义词
编辑
参见:
κτίστης
m
(
ktístis
)
、
χτίστης
m
(
chtístis
)
相关词汇
编辑
参见:
οικοδομώ
(
oikodomó
,
“
建筑
”
)