περαιούμενος

古希腊语

编辑

发音

编辑
 

分词

编辑

περαιούμενος (peraioúmenosm (阴性 περαιουμένη,中性 περαιούμενον); 第一类/第二类

  1. περαιόω (peraióō)现在时中动态分词

变格

编辑