πλινθοκτίστης
希腊语 编辑
名词 编辑
πλινθοκτίστης (plinthoktístis) m
变格 编辑
πλινθοκτίστης的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | πλινθοκτίστης • | πλινθοκτίστες • |
属格 | πλινθοκτίστη • | πλινθοκτιστών • |
宾格 | πλινθοκτίστη • | πλινθοκτίστες • |
呼格 | πλινθοκτίστη • | πλινθοκτίστες • |
近义词 编辑
- 参见:χτίστης m (chtístis)
相关词汇 编辑
- 参见:πλίνθος f (plínthos, “泥砖”)