πολιτικός
参见:πολίτικος
古希腊语
编辑词源
编辑源自πολῑ́της (polī́tēs, “市民,公民”) + -ῐκός (-ikós, 形容词后缀)。
发音
编辑Module:Grc-accent第453行Lua错误:attempt to call upvalue 'copy' (a nil value)
形容词
编辑Module:Grc-headword第172行Lua错误:attempt to call field 'shallowcopy' (a nil value)
- 政治的,公众的
- 反义词:οἰκονομῐκός (oikonomikós)
- 社会的
变格
编辑Module:Grc-decl/table第53行Lua错误:attempt to call field 'memoize' (a nil value)
派生语汇
编辑拓展阅读
编辑- “πολιτικός”, in Liddell & Scott (1940年) A Greek–English Lexicon,Oxford:Clarendon Press
- “πολιτικός”, in Liddell & Scott (1889年) An Intermediate Greek–English Lexicon,New York:Harper & Brothers
- Bailly, Anatole (1935年) Le Grand Bailly: Dictionnaire grec-français,Paris:Hachette
- πολιτικός in Trapp, Erich, et al. (1994–2007年) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts [拜占庭希腊语大词库,尤其收录9-12世纪用语],Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften
- Woodhouse, S. C. (1910年) English–Greek Dictionary: A Vocabulary of the Attic Language[1],London:Routledge & Kegan Paul Limited.
- civic idem, page 133.
- civil idem, page 133.
- constitutional idem, page 165.
- corporate idem, page 174.
- country idem, page 178.
- diplomatic idem, page 225.
- diplomatist idem, page 226.
- municipal idem, page 546.
- political idem, page 625.
- politician idem, page 625.
- public idem, page 655.
- social idem, page 790.
- statesman idem, page 812.
- statesmanlike idem, page 812.
希腊语
编辑词源
编辑形容词
编辑πολιτικός (politikós) m (阴性 πολιτική,中性 πολιτικό)
变格
编辑 πολιτικός 的变格
数 格 / 性 |
单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | πολιτικός | πολιτική | πολιτικό | πολιτικοί | πολιτικές | πολιτικά |
属格 | πολιτικού | πολιτικής | πολιτικού | πολιτικών | πολιτικών | πολιτικών |
宾格 | πολιτικό | πολιτική | πολιτικό | πολιτικούς | πολιτικές | πολιτικά |
呼格 | πολιτικέ | πολιτική | πολιτικό | πολιτικοί | πολιτικές | πολιτικά |
衍生 | 比较级:πιο + 肯定形(如 πιο πολιτικός) 相对最高级:定冠词 + πιο + 肯定形(如 ο πιο πολιτικός) |
添加后缀的比较程度
比较级 | 单数 | 复数 | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | πολιτικότερος • | πολιτικότερη • | πολιτικότερο • | πολιτικότεροι • | πολιτικότερες • | πολιτικότερα • |
属格 | πολιτικότερου • | πολιτικότερης • | πολιτικότερου • | πολιτικότερων • | πολιτικότερων • | πολιτικότερων • |
宾格 | πολιτικότερο • | πολιτικότερη • | πολιτικότερο • | πολιτικότερους • | πολιτικότερες • | πολιτικότερα • |
呼格 | πολιτικότερε • | πολιτικότερη • | πολιτικότερο • | πολιτικότεροι • | πολιτικότερες • | πολιτικότερα • |
衍生 | 相对最高级:ο + 比较级形式(如“ο πολιτικότερος”) | |||||
绝对最高级 | 单数 | 复数 | ||||
阳性 | 阴性 | 中性 | 阳性 | 阴性 | 中性 | |
主格 | πολιτικότατος • | πολιτικότατη • | πολιτικότατο • | πολιτικότατοι • | πολιτικότατες • | πολιτικότατα • |
属格 | πολιτικότατου • | πολιτικότατης • | πολιτικότατου • | πολιτικότατων • | πολιτικότατων • | πολιτικότατων • |
宾格 | πολιτικότατο • | πολιτικότατη • | πολιτικότατο • | πολιτικότατους • | πολιτικότατες • | πολιτικότατα • |
呼格 | πολιτικότατε • | πολιτικότατη • | πολιτικότατο • | πολιτικότατοι • | πολιτικότατες • | πολιτικότατα • |
相关词汇
编辑- πολιτειακός (politeiakós, “宪法的”)
- πολιτικός μηχανικός m
名词
编辑πολιτικός (politikós) m 或 f (复数 πολιτικοί)
- 政治家
- Η Μελίνα Μερκούρη ήταν πρώτη Ελληνίδα πολιτικός που ...
- I Melína Merkoúri ítan próti Ellinída politikós pou ...
- 梅利娜·梅高丽是第一名(……)的[女性]希腊政治家。
变格
编辑πολιτικός的变格
相关词汇
编辑- 参见:πόλη f (póli, “城镇”)