πολιτιστικός

希腊语

编辑

词源

编辑

仿译英语 cultural。等同于πολιτι(σμός) (politi(smós), 文化) + -τικός[1]

发音

编辑

形容词

编辑

πολιτιστικός (politistikósm (阴性 πολιτιστική,中性 πολιτιστικό)

  1. 文化
    Κάθε χρόνο μία ευρωπαϊκή πόλη γίνεται η πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης.
    Káthe chróno mía evropaïkí póli gínetai i politistikí protévousa tis Evrópis.
    每年都会有一座欧洲城市成为欧洲文化之都

变格

编辑

近义词

编辑

派生词

编辑

相关词汇

编辑

参见

编辑

参考资料

编辑
  1. πολιτιστικός in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.