προπονητής

希腊语

编辑

词源

编辑

最早见于1896年左右,源自προπονώ (proponó)古希腊语 προπονέω (proponéō)[1]

名词

编辑

προπονητής (proponitísm (复数 προπονητές,阴性 προπονήτρια)

  1. 教练

变格

编辑

近义词

编辑

相关词汇

编辑

参考资料

编辑