σμερδαλέον

古希腊语

编辑

发音

编辑
 

副词

编辑

σμερδᾰλέον (smerdaléon)

  1. terribly, fearsomely

形容词

编辑

σμερδαλέον (smerdaléon)

  1. σμερδᾰλέος (smerdaléos) 的屈折变化形式:
    1. 阳性宾格单数
    2. 中性主格/宾格/呼格单数