首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
στομίδα
语言
监视
编辑
目录
1
希腊语
1.1
名词
1.1.1
变格
1.1.2
参见
希腊语
编辑
名词
编辑
στομίδα
(
stomída
)
f
(复数
στομίδες
)
嚼子
变格
编辑
στομίδα的变格
单数
复数
主格
στομίδα
•
στομίδες
•
属格
στομίδας
•
στομίδων
•
宾格
στομίδα
•
στομίδες
•
呼格
στομίδα
•
στομίδες
•
参见
编辑
χαλινάρι
n
(
chalinári
,
“
缰绳
”
)
χαλινός
m
(
chalinós
,
“
缰绳
”
)
καπίστρι
n
(
kapístri
,
“
笼头
”
)