σύγκλητοι

古希腊语

编辑

发音

编辑
 

形容词

编辑

σύγκλητοι (súnklētoi)

  1. σῠ́γκλητος (súnklētos)阳性/阴性主格/呼格复数

名词

编辑

σῠ́γκλητοι (súnklētoif (通用拜占庭)

  1. σῠ́γκλητος (súnklētos)主格/呼格复数