τεθεραπευκώς

古希腊语

编辑

发音

编辑
 

分词

编辑

τεθερᾰπευκώς (tetherapeukṓsm (阴性 τεθερᾰπευκυῖᾰ,中性 τεθερᾰπευκός); 第一类/第三类变格

  1. θερᾰπεύω (therapeúō)完成时主动态分词

变格

编辑