υπόσχεση
希腊语
编辑名词
编辑υπόσχεση (ypóschesi) f (复数 υποσχέσεις)
变格
编辑υπόσχεση的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | υπόσχεση • | υποσχέσεις • |
属格 | υπόσχεσης • υποσχέσεως • | υποσχέσεων • |
宾格 | υπόσχεση • | υποσχέσεις • |
呼格 | υπόσχεση • | υποσχέσεις • |
相关词汇
编辑- ανυπόσχετος (anypóschetos, “没有承诺的”)
- υποσχετικό n (yposchetikó, “诺言,承诺”)
- υποσχετικός (yposchetikós, “约定的”)
- υποσχόμαι (yposchómai, “承诺,保证”)