希腊语

编辑

发音

编辑

名词

编辑

φόνισσα (fónissaf (复数 φόνισσες,阳性 φονιάς)

  1. 杀手凶手

相关词汇

编辑
  • 参见:φόνος m (fónos, 杀人,谋杀)