χλώριο
希腊语
编辑化学元素 | |
---|---|
Cl | |
前:θείο (theío) (S) | |
后:αργό (argó) (Ar) |
词源
编辑古典借词,源自法语 chlore,派生自古希腊语 χλωρός (khlōrós, “浅绿色”)。
名词
编辑χλώριο (chlório) n (不可数)
变格
编辑χλώριο (chlório)的变格
单数 | |
---|---|
主格 | χλώριο • |
属格 | χλώριου • |
宾格 | χλώριο • |
呼格 | χλώριο • |
同类词汇
编辑衍生词汇
编辑- χλωρίδιο n (chlorídio, “氯化物”)
- χλωριούχος (chlorioúchos, “氯化的,氯的”)
- υποχλωριώδης (ypochloriódis, “次氯酸盐的”)
- χλωριώδης (chloriódis, “亚氯酸盐的”)
- χλωρικός (chlorikós, “氯酸盐的”)
- υπερχλωρικός (yperchlorikós, “高氯酸盐的”)
- χλωρίωση f (chloríosi, “氯化”)
延伸阅读
编辑- χλώριο in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
- χλώριο在希腊语维基百科上的资料。维基百科 el