ἀντικαθιζόμενος

古希腊语

编辑

发音

编辑
 

分词

编辑

ἀντῐκᾰθιζόμενος (antikathizómenosm (阴性 ἀντῐκᾰθιζομένη,中性 ἀντῐκᾰθιζόμενον); 第一类/第二类

  1. ἀντικαθίζομαι (antikathízomai)现在时中间态分词

变格

编辑