ἀτερπέστερος

古希腊语

编辑

发音

编辑
 

形容词

编辑

ἀτερπέστερος (aterpésterosm (阴性 ἀτερπεστέρᾱ,中性 ἀτερπέστερον); 第一类/第二类

  1. ἀτερπής (aterpḗs)比较级

变格

编辑