Ἀμπρακιωτέων

古希腊语

编辑

发音

编辑
 

名词

编辑

Ἀμπρακιωτέων (Amprakiōtéōn)

  1. Ἀμπρᾰκῐώτης (Amprakiṓtēs)属格复数