αλπινιστής
希臘語
編輯詞源
編輯Άλπεις (Álpeis, 「阿爾卑斯山」) + -ιστής (-istís, 用於人的後綴),仿譯自法語 alpiniste。
名詞
編輯αλπινιστής (alpinistís) m (複數 αλπινιστές,陰性 αλπινίστρια)
變格
編輯αλπινιστής的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | αλπινιστής • | αλπινιστές • |
屬格 | αλπινιστή • | αλπινιστών • |
賓格 | αλπινιστή • | αλπινιστές • |
呼格 | αλπινιστή • | αλπινιστές • |