ανάκριση
希臘語
編輯名詞
編輯ανάκριση (anákrisi) f (複數 ανακρίσεις)
變格
編輯ανάκριση的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | ανάκριση • | ανακρίσεις • |
屬格 | ανάκρισης • ανακρίσεως • | ανακρίσεων • |
賓格 | ανάκριση • | ανακρίσεις • |
呼格 | ανάκριση • | ανακρίσεις • |
相關詞彙
編輯- 參見:ανακρίνω (anakríno, 「訊問,審訊;詢問」)
拓展閱讀
編輯- Ανακριτική在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el