αρχειοθήκη

希臘語

編輯

詞源

編輯

源自 αρχεί(ον) (archeí(on), 文件、檔案) +‎ -ο- (-o-) +‎ -θήκη (-thíki, 殼、套)

發音

編輯

名詞

編輯

αρχειοθήκη (archeiothíkif (複數 αρχειοθήκες)

  1. 檔案櫃

變格

編輯

相關詞彙

編輯