αυτοβιογραφία

希臘語 編輯

詞源 編輯

源自法語 autobiographie

名詞 編輯

αυτοβιογραφία (aftoviografíaf (複數 αυτοβιογραφίες)

  1. 自傳回憶錄

變格 編輯

相關詞彙 編輯