βερβερίτσα
希臘語
編輯詞源
編輯名詞
編輯βερβερίτσα (ververítsa) f (複數 βερβερίτσες)
變格
編輯βερβερίτσα的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | βερβερίτσα • | βερβερίτσες • |
屬格 | βερβερίτσας • | — |
賓格 | βερβερίτσα • | βερβερίτσες • |
呼格 | βερβερίτσα • | βερβερίτσες • |
近義詞
編輯- σκίουρος m (skíouros, 「松鼠」)