希臘語

編輯

其他寫法

編輯

有四十餘種含有詞幹γ-δ-ρ的方言變體。

詞源

編輯

源自公元2世紀的通用希臘語 γάδαρος (gádaros)[1]。中世紀希臘語中作γάιδαρος (gáidaros)/γάδαρος (gádaros)/γαΐδαρος (gaḯdaros)[2]γαϊδάριον (gaïdárion)[3]。本詞的詞源說法有以下幾種:

發音

編輯
  • 國際音標(幫助): /ˈɣai̯.ða.ɾos/
  • 音頻(檔案)
  • 斷字:γάι‧δα‧ρος

名詞

編輯

γάιδαρος (gáidarosm (複數 γάιδαροι,陰性 γαϊδούρα γαϊδάρα)

  1. Equus asinus
  2. (口語貶義比喻義) 粗魯、沒教養的人
    Τι γάιδαρος ήταν ο αδελφός της, που δεν μας είπε ούτε ένα «γεια»!
    Ti gáidaros ítan o adelfós tis, pou den mas eípe oúte éna «geia»!
    她兄弟真沒禮貌,見到咱們都不問聲好!

變格

編輯

近義詞

編輯
  • ἀείδαρος m (aeídaros) (中世紀希臘語,由錯誤詞源而來)[9]
  • όνος m (ónos) (正式古舊)
  • 方言:
    • γομάρι n (gomári) (口語方言),源自古希臘語γόμος (gómos)(14種變體;參見حِمَار (ḥimār)
    • γάνταρος(15種變體)、γάζος(7種變體)、γκάφαλοςγκανέτσος
    • γάρος(塞浦路斯)
    • 帶詞根 βαστ- 源自βαστώ (vastó, 攜帶,持)βασταγός(伯羅奔尼撒,9種變體)
    • ασίνο,源自拉丁語asinus
    • μερκέπι,源自土耳其語merkep
    • φορτύκι: φορτ- 詞根源自φέρω (féro, 攜帶)(科孚島,4種變體)
  • (幽默) κυρ- (kyr-)Μέντιος (Méntios),源自Μενδαῖος ὄνος,指城市Μένδη (Méndē)
  • 參見其他寫法章節

派生詞

編輯
源自 γαϊδαρ-
源自 γαϊδουρ-

γάιδαροςγαϊδούρι 的短語

γάιδαρος 的短語

γαϊδουρ- 的短語

γάιδαρος 的諺語

相關詞彙

編輯

參考資料

編輯
  1. γάδαρος in the Diccionario Griego–Español en línea (2006–2018)
  2. Template:R:Kriaras Medieval
  3. γαϊδάριον的詞形見於:
    *Liddell-Scott、DGE,參見LOGEION
    *眾多現代希臘語詞典(如Institute Triantafyllidis、Babiniotis)中均有提及。
  4. 阿拉伯語源自 ga(i)dar,見於:
    *γάιδαρος in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
    * Template:R:Babiniotis 2002
    * Liddell-Scott,參見LOGEION
  5. Lagarde, Paul de (1866年) Gesammelte Abhandlungen (德語),Leipzig:F. A. Brockhaus,第 54–55 Nr. 142 頁
  6. Template:R:kho:Bailey
  7. 印地語起源說見於Template:R:Kriaras Medieval
    其來源:Karapatosoglou, Kostas (1984)Κυπριακά έτυμα [塞浦路斯方言詞源]
  8. γάιδαρος at en.academic.com retr:2018.08.03.
  9. Template:R:Kriaras Medieval

拓展閱讀

編輯