首頁
隨機
登入
設定
贊助
關於維基詞典
免責聲明
搜尋
εμφύλιος
語言
監視
編輯
目次
1
希臘語
1.1
形容詞
1.1.1
變格
1.1.2
派生詞
希臘語
編輯
形容詞
編輯
εμφύλιος
(
emfýlios
)
m
(陰性
εμφύλια
,中性
εμφύλιο
)
群體
內部
的;
國內
的
εμφύλιος
πόλεμος
―
emfýlios
pólemos
―
內
戰
εμφύλια
διαμάχη
―
emfýlia
diamáchi
―
內部
衝突
變格
編輯
εμφύλιος 的變格
數
格 / 性
單數
複數
陽性
陰性
中性
陽性
陰性
中性
主格
εμφύλιος
•
εμφύλια
•
εμφύλιο
•
εμφύλιοι
•
εμφύλιες
•
εμφύλια
•
屬格
εμφύλιου
•
εμφύλιας
•
εμφύλιου
•
εμφύλιων
•
εμφύλιων
•
εμφύλιων
•
賓格
εμφύλιο
•
εμφύλια
•
εμφύλιο
•
εμφύλιους
•
εμφύλιες
•
εμφύλια
•
呼格
εμφύλιε
•
εμφύλια
•
εμφύλιο
•
εμφύλιοι
•
εμφύλιες
•
εμφύλια
•
派生詞
編輯
εμφύλιος πόλεμος
m
(
emfýlios pólemos
,
「
內戰
」
)