希臘語 編輯

詞源 編輯

源自古希臘語 ἐπιστήμη (epistḗmē, 科學)

名詞 編輯

επιστήμη (epistímif (複數 επιστήμες)

  1. (科學) 科學
    φυσικές επιστήμεςfysikés epistímes自然科學

變格 編輯

相關詞彙 編輯