希臘語

編輯

名詞

編輯

επιτροπή (epitropíf (複數 επιτροπές)

  1. 委員會
    Ευρωπαϊκή ΕπιτροπήEvropaïkí Epitropí歐盟委員會

變格

編輯

近義詞

編輯

相關詞彙

編輯

拓展閱讀

編輯