ιστορικού

希臘語

編輯

名詞

編輯

ιστορικού (istorikoú)

  1. (陽性/陰性) ιστορικός (istorikós, 歷史學家)屬格單數形式。
  2. (中性) ιστορικό (istorikó, 歷史、時間線)屬格單數形式。