ιχθύς
希臘語
編輯詞源
編輯發音
編輯名詞
編輯ιχθύς (ichthýs) m 或 f (複數 ιχθύες)
變格
編輯派生詞
編輯- ιχθυάλευρο n (ichthyálevro, 「魚粉」)
- ιχθυέλαιο n (ichthyélaio, 「魚油」)
- ιχθυαγορά f (ichthyagorá, 「魚市」)
- ιχθυοκαλλιέργεια f (ichthyokalliérgeia, 「漁場」)
- ιχθυολόγος m (ichthyológos, 「魚類學家」)
- ιχθυοπώλης m (ichthyopólis, 「垂釣者」)
- ιχθυοπώλισσα f (ichthyopólissa, 「垂釣者」)
- ιχθυοτροφείο f (ichthyotrofeío, 「漁場」)
- ιχθυόκολλα f (ichthyókolla, 「魚膠」)
- ιχθυόσαυρος m (ichthyósavros, 「魚龍」)
- ιχθυόσκαλα f (ichthyóskala, 「漁港」)