ιώδιο
希臘語
編輯化學元素 | |
---|---|
I | |
前:τελλούριο (telloúrio) (Te) | |
後:ξένο (xéno) (Xe) |
詞源
編輯古典借詞,源自法語 iode,源自古希臘語 ἰοειδής (ioeidḗs, 「紫羅蘭色的」);寫法類比ιώδης (iódis)。
名詞
編輯ιώδιο (iódio) n (不可數)
變格
編輯ιώδιο (iódio)的變格
單數 | |
---|---|
主格 | ιώδιο • |
屬格 | ιωδίου • |
賓格 | ιώδιο • |
呼格 | ιώδιο • |
同類詞彙
編輯衍生詞彙
編輯- ιωδίδιο n (iodídio, 「碘化物」)
- ιωδιούχος (iodioúchos, 「碘化物的」)
- υποϊωδιώδης (ypoïodiódis, 「次碘酸鹽的」)
- ιωδιώδης (iodiódis, 「亞碘酸鹽的」)
- ιωδικός (iodikós, 「碘酸鹽的」)
- υπεριωδικός (yperiodikós, 「高碘酸鹽的」)
- μεταϋπεριωδικός (metaÿperiodikós, 「原高碘酸鹽的」)
- ορθοϋπεριωδικός (orthoÿperiodikós, 「正高碘酸鹽的」)
- ιωδίωση f (iodíosi, 「碘化」)
- ιωδισμός m (iodismós, 「碘中毒」)
延伸閱讀
編輯- ιώδιο in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
- ιώδιο在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el