λιονταράκι

希臘語

編輯

詞源

編輯

λιοντάρι (liontári, ) +‎ -άκι (-áki, 指小後綴)

名詞

編輯

λιονταράκι (liontarákin (複數 λιονταράκια)

  1. 獅子,幼獅

變格

編輯

相關

編輯

拓展閱讀

編輯