首頁
隨機
登入
設定
贊助
關於維基詞典
免責聲明
搜尋
μέταλλο
語言
監視
編輯
目次
1
希臘語
1.1
名詞
1.1.1
變格
1.2
參考資料
希臘語
編輯
名詞
編輯
μέταλλο
(
métallo
)
n
(複數
μέταλλα
)
金屬
變格
編輯
μέταλλο的變格
單數
複數
主格
μέταλλο
•
μέταλλα
•
屬格
μετάλλου
•
μετάλλων
•
賓格
μέταλλο
•
μέταλλα
•
呼格
μέταλλο
•
μέταλλα
•
參考資料
編輯
μέταλλο
in
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
[
Dictionary of Standard Modern Greek
], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.