ἀνδροφόνοιο

古希臘語

編輯

發音

編輯
 

形容詞

編輯

ἀνδροφόνοιο (androphónoio)

  1. (荷馬希臘語) ἀνδροφόνος (androphónos)陽性/陰性/中性屬格單數