ἰδιώτερος

古希臘語

編輯

發音

編輯
 

形容詞

編輯

ἰδιώτερος (idiṓterosm (陰性 ἰδιωτέρᾱ,中性 ἰδιώτερον); 第一類/第二類

  1. ἴδιος (ídios)比較級