Σουριναμέζα

希臘語

编辑

名詞

编辑

Σουριναμέζα (Sourinamézaf (复数 Σουριναμέζες,阳性 Σουριναμέζος)

  1. 女性蘇里南/蘇利南

變格

编辑

相關詞彙

编辑