希臘語

编辑

名詞

编辑

ανθοκομείο (anthokomeíon (复数 ανθοκομεία)

  1. 花園
    近義詞:ανθόκηπος (anthókipos)λουλουδόκηπος (louloudókipos)

變格

编辑

相關詞彙

编辑