首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
θέληση
语言
监视本页
编辑
希臘語
编辑
名詞
编辑
θέληση
(
thélisi
)
f
意志
變格
编辑
θέληση的變格
單數
複數
主格
θέληση
•
θελήσεις
•
屬格
θέλησης
•
θελήσεως
•
θελήσεων
•
賓格
θέληση
•
θελήσεις
•
呼格
θέληση
•
θελήσεις
•