καφές
希臘語
编辑詞源
编辑借自鄂圖曼土耳其語 قهوه (kahve, “咖啡”),源自阿拉伯語 قَهْوَة (qahwa)。
發音
编辑名詞
编辑καφές (kafés) m (复数 καφέδες)
- 一杯咖啡
- Έχω ανάγκη δύο καφέδες για να ξυπνήσω. ― Écho anágki dýo kafédes gia na xypníso. ― 我要來兩杯咖啡醒醒神。
- 咖啡
- Ο καφές και η σοκολάτα έχουν καφεΐνη. ― O kafés kai i sokoláta échoun kafeḯni. ― 咖啡和巧克力都含有咖啡因。
- (單數) 咖啡豆
- (單數) 咖啡植株
變格
编辑同類詞彙
编辑- ελληνικός (καφές) m (ellinikós (kafés), “希臘咖啡”)
- εσπρέσο m 或 n (espréso, “濃縮咖啡”)
- καπουτσίνος m (kapoutsínos, “卡布奇諾”)
- τούρκικος (καφές) m (toúrkikos (kafés), “土耳其咖啡”)
- φραπέ m (frapé, “法拉沛咖啡”)
相關詞彙
编辑- καφέ μπαρ n (kafé bar, “咖啡館”)
- καφέ n (kafé, “咖啡色”)
- καφεδάκι n (kafedáki, “一杯咖啡”, 指小詞)
- καφεδάκος m (kafedákos, “一杯咖啡”, 指小詞)
- καφεδής (kafedís, “咖啡色的”)
- καφεμαντεία f (kafemanteía, “咖啡算命”)
- καφενεδάκι n (kafenedáki, “咖啡館”, 指小詞)
- καφενείο n (kafeneío, “咖啡館”)
- καφενές m (kafenés, “咖啡館”, 非正式)
- καφεόδεντρο n (kafeódentro, “咖啡植株”)
- καφές με ολίγη (kafés me olígi, “少糖咖啡”)
- καφές της παρηγοριάς (kafés tis parigoriás)
- καφετέρια f (kafetéria, “咖啡廳”)
- καφετζής m (kafetzís, “咖啡廳店主/店員”)
- καφετζού f (kafetzoú, “咖啡廳店主/店員”)
- καφετής (kafetís, “咖啡色的”)
- καφετιέρα f (kafetiéra, “咖啡壺”)