κριθάρι
希臘語
编辑詞源
编辑源自通用希臘語 κριθάριον (krithárion),κρῑθή (krīthḗ, “一粒大麥種子”)的指小詞。
發音
编辑名詞
编辑κριθάρι (krithári) n (复数 κριθάρια)
變格
编辑κριθάρι的變格
上位詞
编辑- δημητριακά n 複 (dimitriaká)
- σιτηρά n 複 (sitirá)
相關詞彙
编辑- κριθάλευρο n (krithálevro, “大麥粉”)
- κριθαράκι n (kritharáki, “米粒意大利麵”)
- κριθαρένιος (kritharénios)
- κριθαρίσιος (kritharísios)
- κριθαρόψωμο n (kritharópsomo, “大麥麵包”)
- κρίθινος (kríthinos)