希腊语

编辑

其他形式

编辑

词源

编辑

源自古希臘語 μελάνιον (melánion)

名词

编辑

μελάνι (melánin (复数 μελάνια)

  1. 墨水
    δοχείο μελανιούdocheío melanioú墨水
  2. 墨魚

变格

编辑

延伸阅读

编辑