προσαγωγότερος

古希臘語

编辑

發音

编辑
 

形容詞

编辑

προσᾰγωγότερος (prosagōgóterosm (陰性 προσᾰγωγοτέρᾱ,中性 προσᾰγωγότερον); 第一類/第二類

  1. προσᾰγωγός (prosagōgós)比較級

變格

编辑