首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
φορείο
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
名詞
1.2.1
變格
希臘語
编辑
詞源
编辑
源自
古希臘語
φορεῖον
(
phoreîon
,
“
轎子
”
)
。
名詞
编辑
φορείο
(
foreío
)
n
(复数
φορεία
)
擔架
變格
编辑
φορείο的變格
單數
複數
主格
φορείο
•
φορεία
•
屬格
φορείου
•
φορείων
•
賓格
φορείο
•
φορεία
•
呼格
φορείο
•
φορεία
•