首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
έμπορος
语言
监视本页
编辑
目录
1
希臘語
1.1
其他寫法
1.2
詞源
1.3
發音
1.4
名詞
1.4.1
變格
1.4.2
近義詞
1.4.3
相關詞彙
希臘語
编辑
其他寫法
编辑
έμπορας
m
(
émporas
)
〈
口
〉
詞源
编辑
繼承自
古希臘語
ἔμπορος
(
émporos
)
。
發音
编辑
國際音標
(
幫助
)
:
/ˈem.bo.ɾos/
斷字:
έμ‧πο‧ρος
名詞
编辑
έμπορος
(
émporos
)
m
或
f
(复数
έμποροι
)
商人
販子
變格
编辑
έμπορος的變格
單數
複數
主格
έμπορος
•
έμποροι
•
屬格
εμπόρου
•
εμπόρων
•
賓格
έμπορο
•
εμπόρους
•
呼格
έμπορε
•
έμποροι
•
近義詞
编辑
καταστηματάρχης
m
(
katastimatárchis
)
μαγαζάτορας
m
(
magazátoras
)
相關詞彙
编辑
-έμπορος
(
-émporos
)
並參見:
εμπόριο
n
(
empório
,
“
商業,貿易
”
)