γαλβανισμένος

希腊语 编辑

形容词 编辑

γαλβανισμένος (galvanisménosm (陰性 γαλβανισμένη,中性 γαλβανισμένο)

  1. 鍍鋅
    σιδηροσωλήνας γαλβανισµένοςsidirosolínas galvanisµénos鍍鋅鐵管

变格 编辑

相关词汇 编辑

同類詞彙 编辑