首页
随机
登录
设置
资助
关于维基词典
免责声明
搜索
γερανός
语言
监视本页
编辑
參見:
γέρανος
目录
1
希臘語
1.1
詞源
1.2
名詞
1.2.1
變格
1.2.2
參見
1.3
拓展閱讀
希臘語
编辑
詞源
编辑
源自
古希臘語
γέρανος
(
géranos
,
“
鶴
”
)
。
名詞
编辑
γερανός
(
geranós
)
m
(复数
γερανοί
)
鶴
起重機
ανυψωτικός
γερανός
―
anypsotikós
geranós
―
起重吊車
絞車
變格
编辑
γερανός的變格
單數
複數
主格
γερανός
•
γερανοί
•
屬格
γερανού
•
γερανών
•
賓格
γερανό
•
γερανούς
•
呼格
γερανέ
•
γερανοί
•
參見
编辑
ερωδιός
m
(
erodiós
,
“
鷺
”
)
πελαργός
m
(
pelargós
,
“
鸛
”
)
拓展閱讀
编辑
γερανός
在希臘語維基百科上的資料。
維基百科
el