γραμματόσημο

希臘語 编辑

詞源 编辑

源自γραμματό- (grammató-, 郵政) +‎ -σημο (-simo, 印,章,戳)

名詞 编辑

γραμματόσημο (grammatósimon (复数 γραμματόσημα)

  1. 郵票

變格 编辑

相關詞彙 编辑