ημισέληνος
希臘語 编辑
詞源 编辑
ημι- (imi-, “半”) + σελήνη (selíni, “月亮”)
名詞 编辑
ημισέληνος (imisélinos) f
變格 编辑
ημισέληνος的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | ημισέληνος • | ημισέληνοι • |
屬格 | ημισελήνου • | ημισελήνων • |
賓格 | ημισέληνο • | ημισελήνους • |
呼格 | ημισέληνε • ημισέληνο • | ημισέληνοι • |
近義詞 编辑
- (新月形): μηνίσκος m (minískos)