νεκροκεφαλή
希臘語 编辑
詞源 编辑
νεκρο- (nekro-, “死亡”) + κεφαλή (kefalí, “頭”)
發音 编辑
名詞 编辑
νεκροκεφαλή (nekrokefalí) f (复数 νεκροκεφαλές)
變格 编辑
νεκροκεφαλή的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | νεκροκεφαλή • | νεκροκεφαλές • |
屬格 | νεκροκεφαλής • | νεκροκεφαλών • |
賓格 | νεκροκεφαλή • | νεκροκεφαλές • |
呼格 | νεκροκεφαλή • | νεκροκεφαλές • |
參見 编辑
- κρανίο n (kranío, “顱骨,頭骨”)