υποστράτηγος

希臘語 编辑

詞源 编辑

源自υπο- (ypo-, ) +‎ στρατηγός (stratigós, 將軍)

名詞 编辑

υποστράτηγος (ypostrátigosm f (复数 υποστράτηγοι)

  1. (軍事) 少將
    近義詞: (簡稱) υπγος (ypgos)

變格 编辑

同類詞彙 编辑

拓展閱讀 编辑