Βελισσάριος
希腊语 编辑
词源 编辑
继承自中古希腊语 Βελισάριος (Belisários)。Stefan Ilchev(bg) 认为来自古代色雷斯地区。
专有名词 编辑
Βελισσάριος (Velissários) m
- 男性人名,等价于英语Belisarios
变格 编辑
Βελισσάριος (Velissários)的变格
单数 | |
---|---|
主格 | Βελισσάριος • |
属格 | Βελισσαρίου • |
宾格 | Βελισσάριο • |
呼格 | Βελισσάριε • |
相关词汇 编辑
- Άρης m (Áris, 小称)