αβγουλιέρα

希腊语

编辑

词源

编辑

αβγούλι (avgoúli, 小蛋) +‎ -ιέρα (-iéra, )

名词

编辑

αβγουλιέρα (avgouliéraf (复数 αβγουλιέρες)

  1. 蛋杯

变格

编辑

近义词

编辑

相关词汇

编辑
  • 参见:αβγό n (avgó, 蛋,卵)