αγροτικός

希腊语

编辑

形容词

编辑

αγροτικός (agrotikósm (阴性 αγροτική,中性 αγροτικό)

  1. 农业
  2. 农民
  3. 农村的,乡村

变格

编辑

派生词

编辑

相关词汇

编辑